vivlosfotoΔήμος Νάξου
Αρχική Σελίδα Επικοινωνία





















Παραδόσεις

Μέσα από τις παραδόσεις διασώζεται όλη η ιστορία κάθε τόπου. Η συγκέντρωση λοιπόν των παραδόσεων κάθε περιοχής νομίζουμε ότι αποτελεί ανάγκη, αφού αυτές αποδεικνύονται πολύτιμες για τη διάσωση και τη διατήρηση του πολιτισμού μας.


Το μνήμα της Αριάδνης

Ο μαρμαρένιος τάφος της Αριάδνης είναι στην περιοχή του καταρράχτη, στις Τρίποδες, μέσα σε μια ληνό (πατητήρι). Η πεδιάδα της Πλάκας ήτανε λένε παλιά θάλασσα, λιμάνι, όπου εγκατέλειψε την Αριάδνη ο Θησέας ερχόμενος από την Κρήτη, αν και οι παραδόσεις λένε πως την άφησε στην θέση 'Παλάτια', στη Χώρα της Νάξου. Λέγεται ότι πέθανε είτε στο πλοίο ή έξω στη στεριά και ότι οι Ναξιώτες την εθάψαν στον καταρράχτη. Γι'αυτό και ο Πύργος της Πλάκας λέγεται και 'Πύργος της Αριάδνης'".

Έτσι δικαιολογούν οι παραδόσεις την ύπαρξη του μνήματος της Αριάδνης στην Πλάκα. Το μάρμαρο - πλάκα - πάντως, που λένε ότι βρίσκεται τώρα σε μιά «ληνού, στου Ρούσου το κτήμα», χρειάζεται ίσως να εξετασθεί από τους αρχαιολόγους, μήπως έχει διασωθεί κάποια επιγραφή, ώστε να διαφωτιστεί η προέλευση του και μαζί η αληθινή ιστορία της περιοχής του. Αναρωτιόμαστε μήπως και η ονομασία του απέναντι λόφου 'Κορκιδάκι', προέρχεται παραδοσιακά από την τροφό της Αριάδνης που ονομαζόταν Κορκύνη κι από Κορκυνάκι έγινε 'Κορκιδάκι'. Υπάρχει πάντως ιστορική μαρτυρία, που αναφέρει και την ύπαρξη του τάφου της Κορκύνης, τροφού της Αριάδνης.


Το Καστέλι

Απέναντι από τον πύργο της Πλάκας, νότια, υψώνεται αγριωπό το Καστέλι. Η ονομασία του 'Καστέλι' - λέξη ιταλική - αποκαλύπτει και τον ρόλο του. Πρόκειται για αρχαίο κάστρο και ακρόπολη. Το γεγονός επιβεβαιώνεται και από την ύπαρξη σε αυτό, στην νότια πλευρά του, αρχαίων τειχών και άλλων κτιρίων. Σε αυτό βρέθηκαν και τα ίχνη αρχαίου υδραγωγείου, από το οποίο υδρευόταν τόσο το Κάστρο όσο και ο πύργος της Πλάκας. Οι παραδόσεις λένε επίσης ότι πολλοί αρχαιοκάπηλοι σε παλαιότερα χρόνια βρήκαν πάνω στο Καστέλι θησαυρούς.


Ο Θόλος

Στους πρόποδες του Κάστρου, κοντά στον καταρράχτη, βρίσκονται ακόμα τα ερείπια ενός παλιού κτίσματος γνωστού ώς 'Θόλος', ασφαλώς από το σχήμα του, που μοιάζει με 'στεαστό'. Οι κάτοικοι της περιοχής, λόγω της ύπαρξης νερού και της εύρεσης των ιχνών αρχαίου υδραγωγείου, που καταλήγει σε αυτό το κτίσμα, ισχυρίζονται ότι πρόκειται για αρχαίο υδραγωγείο. Η παράδοση συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι παλιά υπήρχε εκεί υδραγωγείο που από τη Σταυροπηγή, με σωλήνες γλάστρινες, που βρίσκουμε ακόμα στο δρόμο, πήγαινε το νερό στο Καστέλι κι από εκεί στο Θόλο. ¶λλοι λένε ότι το νερό μεταφερόταν από τη Σταυροπηγή στον πύργο της Πλάκας. Η παράδοση ακόμα θέλει το υδραγωγείο και το πλακόστρωμα της Αλυκής να είναι τα στοιχήματα που έβαλε η Αριάδνη στα βασιλόπουλα για να την πάρουνε γυναίκα.


Πλάκα

Το τοπωνύμιο 'Πλάκα' συναντάται σε έγγραφα του 1623. Υπάρχουν πολλές εκδοχές και παραδόσεις για την ονομασία της περιοχής. Μία από αυτές είναι ότι η Πλάκα ονομάζεται έτσι γιατί μέσα στην θάλασσα υπάρχει μια πλάκα, ένα βράχωμα, πάνω στο οποίο σπάνε τα κύματα κι ησυχάζουν ώσπου να' ρθουν έξω στην αμμουδιά. Μια δεύτερη, πιό ποιητική παραλλαγή της ίδιας παράδοσης, λέει: «Ήτανε ένα βασιλόπουλο και μία βασιλοπούλα. Και του είπε η βασιλοπούλα ότι για να τον πάρει για άντρα πρέπει να πλακοστρώσει την θάλασσα. Κι έτσι ξεκίνησε να την πλακώσει. Μα τελειώνοντας την πλάκα, το βασιλόπουλο πέθανε και δεν πρόλαβε να την παντρευτεί. Από τότε, κάθε φορά που έχει φουρτούνα γαρμπή, ακούγεται βογκητό σα μοιρολόϊ και θρήνος, μέχρι τις Τρίποδες (ο καιρός της Πλάκας). Μερικοί λένε πως είναι το μοιρολόϊ της βασιλοπούλας για το χαμένο βασιλόπουλο».


Μύθοι

Κρυμμένοι Θησαυροί

«Ο παππούς του Μανώλη Μαργαρίτη, ο γερο Τατελάκης, σκάβοντας κάποτε στο κτήμα του στην περιοχή του καταρράχτη, βρήκε ένα αγαλματίδιο. Το αγαλματίδιο ήταν μία πριγκίπισσα γεμάτη περιδέραια, αμύθητης αξίας. Πήγε το αγαλματίδιο στη Χώρα και το έδειξε στον τότε γνωστό συλλέκτη αρχαίων Μιχελή, που του το πήρε για ένα σακί αλεύρι των 80 οκάδων, μη ξέροντας ο παππούς του Τατελάκη την πραγματική αξία του αγαλματίδιου».

«Στην περιοχή του ¶η Ψιμά (¶γιος Ακέψιμας), προς τον κάμπο, λένε ότι υπάρχει μία χρυσή γουρούνα με δώδεκα χρυσά γουρουνάκια, κάπου θαμμένα στην περιοχή εκείνη, που πάνε πέρα δώθε μέσα στα σπλάχνα της γής, 'στοιχειωμένα', αλλά δεν μπορούν να τα ανακαλύψουν. Η αξία τους είναι όσο να αγοράσεις επτά φορές την Νάξο ολόκληρη. Ένας Τριποδιώτης βρήκε ένα από τα γουρουνάκια εκεί που καλλιεργούσε το χωράφι του. Το είχε μαζί του όταν συναντήθηκε με έναν απανοχωρίτη, που κατέβαινε από τα πάνω χωριά για τα κάτω με ένα γαϊδούρι φορτωμένο με γουρουνόπουλα σε κοφίνια. Του λέει ο Τριποδιώτης: "Τι θα μου δώσεις να σου δώσω αυτό το αρχαίο", "Ένα γουρούνι" του λέει τότε ο χωριανός. Έτσι έγινε αμέσως η ανταλλαγή. Ο απανοχωρίτης γνώριζε τη μεγάλη αξία του αρχαίου και δέχτηκε πρόθυμα».

«Έχει ακουστεί στις Τρίποδες πως ένα από τα σπίτια που ήταν στην άκρια του χωριού ήταν στοιχειωμένο και οι ιδιοκτήτες του το εγκατέλειψαν. Μιά φορά ήρθε ένας ξένος για δουλειές στις Τρίποδες. Όταν βράδιασε, χειμώνας καιρός, έψαχνε σπίτι για να κοιμηθεί. Ένας χωριανός του έδειξε το στοιχειωμένο σπίτι και έτσι πήγε να περάσει εκεί τη νύχτα του. ¶νοιξε την πόρτα, άναψε φωτιά στο τζάκι και ξάπλωσε να κοιμηθεί πάνω σε ένα παλιοσοφά, γιατί δεν φοβόταν τα στοιχειά που του έλεγε ο χωριανός πως είναι μέσα στο σπίτι. Τη νύχτα όμως, περασμένα μεσάνυχτα, ακούει στον ύπνο του μία δυνατή φωνή. Ξύπνησε αλλά νόμιζε πως παράκουσε. Σε λίγη ώρα ακούει κάποιον να φωνάζει: "Τι λές, να βγώ ή να μη βγώ". Τρόμαξε πολύ, πήγε να φύγει, αλλά έξω έβρεχε. Σηκώθηκε πάνω στο σοφά, άναψε ένα κερί που είχε μαζί του, πήρε ένα καλό μαχαίρι που είχε στο προσκέφαλό του και περίμενε πως κάτι θα φανεί. Σε λίγο ξανακούει: "Τι λές, να βγώ ή να μη βγώ". "Έβγα λοιπόν να δώ τι είσαι" του απάντησε αποφασισμένος. Αμέσως σκίζεται μία πεζούλα που ήτανε κοντά στα θεμέλια και γέμισε το σπίτι φλουριά. Κατάλαβε πως ο θησαυρός ήταν στοιχειωμένος, γι΄αυτό φώναζε μέσα από την πεζούλα. Πήρε θάρρος, χάραξε το δάχτυλό του με το μαχαίρι και έσταξε τρείς σταγόνες αίμα πάνω στο σωρό με τα φλουριά και μετά άρχισε να μαζεύει. Γέμισε ένα σακούλι φλουριά και πρωί πρωί, χωρίς να τον πάρει κανένας χωριανός είδηση, έφυγε για την Χώρα. Όταν πήγε εκείνος που του έδειξε το σπίτι να δεί άν είναι ακόμα ζωντανός, ήταν όλα άνω κάτω, η πεζούλα γκρεμισμένη και δύο τρία φλουριά σκορπισμένα στο πάτωμα».


Παραμύθια

Οι παντρειές της κυρά-ποντίκως

Πέρα στις Κεχρεές, στον πύργο του Γα, κάτω στα θεμέλια οι ποντικοί είχανε συχνά πανηγύρι. Μία ποντίκω, είχε μιά όμορφη κόρη, μία καλοαναθρεμένη ποντικίνα και όλο καμάρωνε.

"Δεν της αξίζει να της δώσω άντρα από το σόϊ μας της κόρης μου. Πρέπει να πάρει δυνατότερο και ανώτερο, έτσι όπως της αξίζει", έλεγε και ξαναέλεγε και όλο την έφτυνε να μη την βασκάνει. Σκέφτηκε, ξανασκέφτηκε και τη βρήκε τη λύση.

"Θα της δώσω το φεγγάρι για άντρα της, άξιος γαμπρός μου θα είναι". Μιά και δυό λοιπόν τραβάει γραμμή για το φεγγάρι και του το λέει. "Αχ, καλή μου ποντίκω, της λέει το φεγγάρι, δεν είμαι εγώ ο πιό δυνατός αλλά ο ήλιος". Φεύγει λοιπόν και πάει στον ήλιο.

"Ήλιε μου, καλέ μου ήλιε, διάλεξα για άντρα της κόρης μου εσένα που είσαι ο πιό άξιος και ο πιό δυνατός". "Αχ, καλή μου ποντίκω, της λέει και ο ήλιος. Πιο δυνατά από εμένα είναι εκείνα τα ευλογημένα τα σύννεφα, που ενώ εγώ φεγγοβολώ και ζεσταίνω τη γή, έρχονται μπροστά μου και με σκιάζουν".

Φεύγει από εκεί η καλή μας ποντίκω, πάει στα σύννεφα και τους λέει τα ίδια. "Αχ, καλή μου ποντίκω, δεν είμαστε εμείς οι πιό δυνατοί. Δυνατότερος είναι εκείνος ο παλιό-αέρας που όταν αγριέψει μας πηγαίνει απο εδώ κι από εκεί". Φεύγει η κυρά ποντίκω και πάει στον αέρα και λέει τα ίδια και σε αυτόν. "Αχ, καλή μου ποντίκω, μακάρι να ήμουν εγώ δυνατότερος από εκείνο τον πύργο εκεί κάτω στις Κεχρεές, που χρόνια τώρα πασχίζω να τον γκρεμίσω, φυσάω με όλη μου την δύναμη αλλά τίποτα δεν κάνω".

Φεύγει πάλι η κυρά ποντίκω μας και πάει στον πύργο που έκανε ο Φράγκος Γα και του λέει και αυτούνου το και το. "Καλή ποντίκω μου, τι να σου πώ. Σε ευχαριστώ για τη μεγάλη τιμή που μου δίνεις να με κάνεις γαμπρό σου και άντρα της κόρης σου της όμορφης αλλά να σκεφτείς πως υπάρχουν άλλοι πιό δυνατοί από εμένα και δεν μου αξίζει όπως λές να γίνω γαμπρός σου εγώ". " Και ποιοί είναι πάλι οι πιό δυνατοί από εσένα" απάντησε πεισμωμένη και εξαντλημένη από την κούραση και τις απογοητεύσεις που πήρε η κυρά ποντίκω.

"Να, μέσα στα θεμέλιά μου είναι κάτι ποντίκαροι που μου τρώνε τα σπλάχνα μου χρόνια τώρα, μέχρι που μία μέρα εξαιτίας των ποντικών αυτών θα γκρεμιστώ και θα γίνω σωστό ερείπιο". Και έτσι η κυρά ποντίκω μας πήγε πίσω στο σόϊ της που το είχε περιφρονήσει και πάντρεψε την κόρη της την ποντικίνα με ένα όμορφο ποντίκαρο.

Το παραμύθι αυτό που ο τίτλος του μας ξεγελάει για τη σοβαρότητά του, έχει να μας διδάξει πολλά. Θέλει να αποδείξει ότι κανείς δεν μπορεί ή δεν ταιριάζει να ξεφεύγει από τη φύση του αλλά και ότι άν του ήταν δυνατό να το κάνει, πάλι γρήγορα θα διαπίστωνε ότι η πρωτινή του κατάσταση ήταν καλύτερη. Απλούστερα, ότι κάποιος μπορεί να μην είναι ευχαριστημένος με ό,τι έχει, αλλά άν γνώριζε πραγματικά τη ζωή αυτών που τα έχουν, αυτών που τώρα ζηλεύει, ίσως να άλλαζε γνώμη.




Valid HTML 4.01 Transitional Site Map | Privacy Policy | Powered by: © 2010 Ιωάννα Απειρανθίτου                     
Copyright:© 2010 Σύλλογος Τριποδιωτών Νάξου "Η Βίβλος" και Πολιτιστικός Μορφωτικός Σύλλογος Νέων